.  » αρχική σελίδα

 :: Επιλέξτε θέμα προς προβολή ::



Μαρία Κάλλας 1923-1977




Μαρία Κάλλας 1923 – 1977

maria2

Γράφει η Βέρα Σιατερλή

Ελληνίδα υψίφωνος, η απόλυτη ντίβα στο χώρο του λυρικού θεάτρου. Με τα μοναδικά φωνητικά και υποκριτικά της προσόντα ανανέωσε την όπερα και το ρεπερτόριό της, ιδιαίτερα το ιταλικό «μπελ-κάντο». Αποτελεί σημείο αναφοράς για κάθε τραγουδίστρια της όπερας, που φιλοδοξεί να κερδίσει από τους ειδικούς και το κοινό τον τίτλο της «νέας Κάλλας».

Η Μαρία Σοφία Άννα Καικιλία Καλογεροπούλου, όπως ήταν το πλήρες ελληνικό όνομά της, γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του 1923 στη Νέα Υόρκη. Ήταν κόρη του φαρμακοποιού Γεωργίου Καλογερόπουλου από τον Μελιγαλά Μεσσηνίας και της Ευαγγελίας (Λίτσας) Δημητριάδη από τη Στυλίδα Φθιώτιδος. Οι γονείς της είχαν μετακομίσει στην αμερικανική μεγαλούπολη προς αναζήτηση καλύτερη τύχης.

Από νωρίς άρχισε να ασχολείται με τη μουσική, παίρνοντας τα πρώτα μαθήματα πιάνου-σολφέζ και σε ηλικία 11 ετών κέρδισε το πρώτο βραβείο σε διαγωνισμό παιδικών φωνών. Το 1937 εγκαταστάθηκε με τη μητέρα της και τη μεγάλη αδελφή της στην Αθήνα, μετά το διαζύγιο των γονιών της και εγγράφηκε στο Εθνικό Ωδείο, με δασκάλους τη Μαρία Τριβέλλα (τραγούδι), την Ήβη Πανά (πιάνο) και τον Γεώργιο Καρακαντά (μελοδραματική). Ο πρώτος ρόλος της ήταν η «Σαντούτσα» στην όπερα του Μασκάνι «Καβαλερία Ρουστικάνα», σε μία παράσταση των μαθητών του ωδείου. Το 1939 εγγράφηκε στο Ωδείο Αθηνών στην τάξη τραγουδιού της διάσημης Ελβίρα ντε Ιντάλγκο (σημαντική τραγουδίστρια της όπερας στις αρχές του 20ου αιώνα), κοντά στην οποία γνώρισε την υψηλή τεχνική των ρόλων του ιταλικού ρομαντικού ρεπερτορίου.

Το 1940 προσλήφθηκε στη Λυρική Σκηνή του τότε Βασιλικού Θεάτρου και το 1941 πρωτοεμφανίστηκε ως «Βεατρίκη» στην οπερέτα Βοκκάκιος του Σουπέ. Στη συνέχεια και ως το 1945 πρωταγωνίστησε στην Τόσκα (1942, 1943), στον Κάμπο του Ντ’ Αλμπέρ (1944, 1945), στην Καβαλερία Ρουστικάνα (1944), στον Πρωτομάστορα του Μανώλη Καλομοίρη (1944, το μόνο ελληνικό έργο που τραγούδησε), στον Φιντέλιο του Μπετόβεν (1944) και την οπερέτα Ο Ζητιάνος Φοιτητής του βιεννέζου συνθέτη Καρλ Μιλέκερ (1945).

Τον Σεπτέμβριο του 1945 επέστρεψε στη γενέτειρά της, όπου ζούσε ο πατέρας της, για να προωθήσει τη διεθνή της καριέρα, αλλάζοντας το επίθετό της σε Κάλλας. Παρότι έμεινε άνεργη έως το 1947, δεν το έβαλε κάτω και μετά από μία επιτυχημένη ακρόαση της ανέθεσαν να τραγουδήσει την «Τζιοκόντα» στην ομώνυμη όπερα του Αμίλκαρε Πονκιέλι στην Αρένα της Βερόνας, έναν από τους σπουδαιότερους λυρικούς χώρους της Ιταλίας. Αν και γλίστρησε στη γενική δοκιμή και στραμπούληξε τον αστράγαλό της, κατάφερε να κάνει με επιτυχία το πρώτο σημαντικό βήμα της σταδιοδρομίας της στις 2 Αυγούστου του 1947.

515100909

Η Μαρία Κάλλας με τον Τζιανμπατίστα Μενεγκίνι

Μαέστρος της παράστασης ήταν ο διάσημος Τούλιο Σεραφίν, ο οποίος θαύμαζε τη φωνή της και έγινε δάσκαλός της, διευρύνοντας τους τεχνικούς και ερμηνευτικούς της ορίζοντες. Τον ίδιο χρόνο ερμηνεύει την Ιζόλδη από το «Τριστάνος και Ιζόλδη» στη Βενετία υπό την καθοδήγηση του συγκεκριμένου μαέστρου. Συνάμα έρχεται και η γνωριμία της με τον μουσικόφιλο Ιταλό βιομήχανο Τζοβάννι Μπατίστα Μενεγκίνι, που τη λάτρεψε, όχι μόνο ως καλλιτέχνιδα, αλλά και ως γυναίκα και με τον οποίο παντρεύονται στις 21 Απριλίου 1949. Ο Μενεγκίνι έχοντας και ρόλο μάνατζερ άσκησε καταλυτική επιρροή στην καριέρα της Κάλλας, υποβάλλοντάς την σε δίαιτα με σκοπό να αποκτήσει καλύτερη εμφάνιση και αποτρέποντάς την από κάθε βιοτική ενασχόληση με την οικονομική κάλυψη, που της παρείχε. Έτσι τον ίδιο χρόνο η Κάλλας κάνει καλλιτεχνικές εμφανίσεις στο Μπουένος Άιρες και το 1950 στο Μεξικό.

Με τη βοήθεια του Μενεγκίνι η καριέρα της Κάλλας απογειώθηκε σε ρόλους δραματικής υψιφώνου και δραματικής κολορατούρα. Το 1951 εκπόρθησε και τη «Σκάλα» του Μιλάνου (άντρο της μεγάλης αντιπάλου της Ρενάτα Τεμπάλντι), με τους Σικελικούς Εσπερινούς του Βέρντι. Το 1954 η ευτραφής Κάλλας υποβλήθηκε σε διαιτητική θεραπεία για να χάσει κιλά και να μπορεί να ενσαρκώνει τους ρόλους της, όχι μόνο με τη φωνή της, αλλά και με το παρουσιαστικό της.

Μετά τη «Σκάλα» του Μιλάνου ήταν η σειρά της Μητροπολιτικής Όπερας της Νέας Υόρκης (ΜΕΤ) να υποκλιθεί στο φαινόμενο Μαρία Κάλλας το 1956. Η ελληνίδα ντίβα θα επιβάλλει πλήρως τους όρους της, αναγκάζοντας τον διευθυντή της Ράντολφ Μπινγκ όχι μόνο να της καταβάλλει το μεγαλύτερο ποσό που είχε πληρώσει ποτέ ο θίασος για καλλιτέχνη, αλλά και να δηλώσει ότι η πρώτη εμφάνιση της Κάλλας στη «ΜΕΤ» ήταν η πιο συναρπαστική βραδιά της ζωής του. Ο μύθος της είχε αρχίσει να δημιουργείται, βοηθούντος και του Τύπου.

Όμως, η εξαντλητική δίαιτα στην οποία είχε υποβληθεί και οι φωνητικοί ακροβατισμοί της (συχνά έφθανε στα όρια της φωνής της, ερμηνεύοντας εκ διαμέτρου αντίθετους ρόλους σε μία σεζόν ή και σε ένα ρεσιτάλ) είχαν επιπτώσεις στην ποιότητα της φωνής της, η οποία σταδιακά άρχισε να αδυνατίζει στις υψηλές νότες. Το καλοκαίρι του 1957 εμφανίστηκε στο Ηρώδειο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και κυριολεκτικά αποθεώθηκε.

Από το 1958 άρχισε η καθοδική της πορεία. Τον Ιανουάριο στη Ρώμη αποχώρησε με την πρώτη πράξη της Νόρμας του Μπελίνι και αποδοκιμάστηκε από το κοινό και τον Μάιο η «Σκάλα» του Μιλάνου της διέκοψε το συμβόλαιο. Ο Τύπος άρχισε να της επιτίθεται και πολλοί βρήκαν την ευκαιρία που χρόνια ζητούσαν να χύσουν χολή στην Ελληνίδα θεά «αυτή την καλλιτέχνιδα δεύτερης κατηγορίας, που έγινε Ιταλίδα χάρη στον γάμο της, Μιλανέζα χάρη στον αδικαιολόγητο θαυμασμό μιας μερίδας του κοινού της Σκάλας, και διεθνής χάρη στην επικίνδυνη φιλία της με την Έλσα Μάξγουελ», σχολίασε με κακοήθεια η ιταλική εφημερίδα Il Giorno.

Την ίδια χρονιά συνεργάστηκε με τους Αλέξη Μινωτή και Γιάννη Τσαρούχη για μια νέα παραγωγή της Μήδειας του Κερουμπίνι στη νεότευκτη Όπερα του Ντάλας. Αυτή η παράσταση μεταφέρθηκε το 1959 στο Κόβεντ Γκάρντεν του Λονδίνου και σ’ αυτή τη θριαμβευτική «πρεμιέρα» η Κάλλας γνώρισε τον Αριστοτέλη Ωνάση, τον μεγάλο ανεκπλήρωτο έρωτα της ζωής της.

kallas-onasis

Η Μαρία Κάλλας με τον Αριστοτέλη Ωνάση

Οι εμφανίσεις της από το 1960 άρχισαν να αραιώνουν. Στις 24 Αυγούστου του 1960, η Μαρία Κάλλας ερμήνευσε στο Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου τη Νόρμα του Βιντσέντζο Μπελίνι, έργο το οποίο η ίδια είχε ζητήσει για την πρώτη της εμφάνιση στο αρχαίο θέατρο. Δεν έχανε ποτέ την ευκαιρία να ξαναζήσει το δράμα και το πάθος της ηρωίδας. «Η Κάλλας καθηλώνει  στην Επίδαυρο 20.000 θεατές με τη «Νόρμα». Τα παγκόσμια κινηματογραφικά επίκαιρα, οι τηλεοράσεις, τα ραδιόφωνα, εφημερίδες και περιοδικά,  αναφέρονται  στη ντίβα και στην  Ελλάδα  και  όλοι νιώθαμε  θεόρατοι  κι΄όχι  χαμηλότεροι όπως σήμερα…» αναφέρει ο Δ. Λυμπερόπουλος

Τη στιγμή που τραγουδούσε την άρια «Κάστα ντίβα» αφέθηκαν στην ορχήστρα δύο λευκά περιστέρια, προκαλώντας θύελλα χειροκροτημάτων. Στο τέλος, ο ενθουσιασμός του κοινού ήταν τόσο μεγάλος που κάλεσαν την Κάλλας 10 φορές στη σκηνή. Τα σκηνικά, στην ιστορική αυτή παράσταση, υπέγραψε ο Γιάννης Τσαρούχης, τα κοστούμια φιλοτέχνησε ο Αντώνης Φωκάς και η σκηνοθεσία ήταν του Αλέξη Μινωτή. Τη σύμπραξη της Μαρίας Κάλλας με την Εθνική Λυρική Σκηνή διήθυνε από το πόντιουμ ο Τούλιο Σεραφίν.

kalas71

Τον Αυγούστο του 1961 αποθεώνεται στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου η Μαρία Κάλλας, στο ρόλο της «Μήδειας», από την ομώνυμη όπερα του Λουίτζι Κερουμπίνι.

Στις 6 Αυγούστου του 1961, η Μαρία Κάλλας ερμήνευσε στο Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου τη Μήδεια του Λουίτζι Κερουμπίνι με την Εθνική Λυρική Σκηνή. Στην παράσταση συμμετείχαν περισσότερα από 200 πρόσωπα. Επρόκειτο για έναν ακόμη θρίαμβο της μεγάλης καλλιτέχνιδας, η οποία αποθεώθηκε από τους 17.000 θεατές της βραδιάς, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο υπουργός Προεδρίας Κωνσταντίνος Τσάτσος, η κοσμικογράφος Έλσα Μάξγουελ, ο πρίγκιπας Πέτρος του Μονακό και άλλοι. Τη σκηνοθεσία της παράστασης είχε αναλάβει ο Αλέξης Μινωτής, τα σκηνικά-κοστούμια υπέγραψε ο Γιάννης Τσαρούχης (είχε «ντύσει» την Κάλλας, την οποία θαύμαζε πολύ, στη Μήδεια και στη Νόρμα), οι χορογραφίες ήταν της Μαρίας Χορς και η διεύθυνση ορχήστρας του Νίκολα Ρεσίνιο. Τα εισιτήρια είχαν εξαντληθεί, εκτός ολίγων των 300, 400 και 500 δραχμών. Μετά τη μνημειώδη αυτή παράσταση στην Επίδαυρο, η παράσταση αυτή μεταφέρθηκε και στη Σκάλα του Μιλάνου την περίοδο 1961-1962.. «Πολλές αναποδιές και δυσκολίες τεχνικές και ψυχολογικές στην αρχή των δοκιμών, αλλά όταν η Κάλλας ήρθε στην πρόβα, όλα πήγαν μέλι-γάλα», σημειώνει ο Αλέξης Μινωτής στο βιβλίο του Μακρινές Φιλίες. «Στο τέλος όλοι αναγνώρισαν πως η παράσταση αυτή ήταν ίσως η καλύτερη που έγινε ποτέ στη Σκάλα του Μιλάνου» Παρ’ όλα αυτά, η σταδιοδρομία της στα ιταλικά θέατρα είχε τελειώσει οριστικά. Το 1962 τραγούδησε Όμπερον του Βέμπερ στο Λονδίνο και οι Τάιμς έγραψαν «Τώρα πια η φωνή της μπορεί να χαρακτηριστεί άσχημη και εκτός τόνου», όμως το κοινό συνέχισε να την αποθεώνει.

Η «Σπηλιά του Παρασκευά» είναι  μία κοσμική ταβέρνα όπου ο Μανώλης Χιώτης με τη Μαίρη Λίντα έδιναν κάθε βράδυ τη δική τους μοναδική παράσταση.
Η «Σπηλιά» δε θα μπορούσε να γίνει κάτι λιγότερο από το λεγόμενο «talk of the town». Η Κορυφαία στιγμή στην ταβέρνα αυτή ήταν αναμφισβήτητα το μεγάλο γλέντι που έγινε ένα βράδυ του 1961 από τον Αριστοτέλη Ωνάση, τη Μαρία Κάλλας, τον Πρίγκιπα Ρενιέ του Μονακό και τη σύζυγό του Γκρέις Κέλλυ. Ήταν όλοι καλεσμένοι του Έλληνα μεγιστάνα στη χώρα. Ένα βράδυ η Πριγκίπισσα Κέλλυ εξέφρασε την επιθυμία της να γνωρίσει από κοντά την ελληνική διασκέδαση. Ο  δημοσιογράφος  τις  πήγε  στο  καμαρίνι  του  Χιώτη  και η  Κάλλας  τον  ευχαρίστησε  λέγοντάς  του  ότι της  θύμισε  τις  ελληνικές  ρίζες  της.

callas4a

Φυσικά κανένας δεν της χάλασε το χατίρι και έφυγαν όλοι για το πιο πολυσυζητημένο μέρος της εποχής, τη «Σπηλιά του Παρασκευά». Τι έγινε εκείνη τη βραδιά; Πέρα του ότι ο λογαριασμός ήταν τεράστιος, Γκρέις Κέλλυ και Μανώλης Χιώτης κατέληξαν να συνομιλούν για το μπουζούκι με μεταφράστρια τη Μαρία Κάλλας! Η Γκρέις Κέλι ζήτησε να μάθει σε τι διαφέρει το μπουζούκι από τις ηλεκτρικές κιθάρες των Beatles με τον Χιώτη να απαντά «Κυρία Κάλλας παρακαλώ εξηγείστε στην πριγκίπισσα ότι οι χορδές της ηλεκτρικής κιθάρας δονούνται από την πρίζα και οι χορδές του μπουζουκιού κατευθείαν από την καρδιά».

Το καλοκαίρι του 1964, σε μια έξοδό της από τον Σκορπιό, παρακολουθεί μαζί με τον Ωνάση μία μουσική εκδήλωση του φεστιβάλ της Λευκάδας και εκφράζει την επιθυμία να τραγουδήσει. Βρίσκεται ένα πιάνο κι ένας νεαρός πιανίστας (ο μετέπειτα συνθέτης Κυριάκος Σφέτσας), και χωρίς πρόβα η Κάλλας τραγουδά την άρια της Σαντούτσα Voi lo sapete, o mamma («Εσείς το ξέρετε, μητέρα») από την Καβαλερία Ρουστικάνα του Μασκάνι, που ήταν και ο πρώτος ρόλος της καριέρας της στην παράσταση του Εθνικού Ωδείου το 1937. Το 1965 αποσύρθηκε οριστικά από τις λυρικές παραστάσεις, παρά την εξαιρετική Τόσκα σε σκηνοθεσία Φράνκο Τζεφιρέλι που τραγούδησε στη Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης. Το κύκνειο άσμα της ήταν η Νόρμα, που ανέβηκε στο Παρίσι, στις 29 Μαΐου του 1965. Στην τρίτη πράξη της όπερας του Μπελίνι κατέρρευσε επί σκηνής και μεταφέρθηκε λιπόθυμη στο καμαρίνι της.

Στη συνέχεια προσπαθεί να βάλει μια τάξη στα προσωπικά της. Ζητά διαζύγιο από τον σύζυγό της για να παντρευτεί τον Ωνάση, ο οποίος αρνείται να της το δώσει. Το 1966 απεκδύεται την αμερικανική υπηκοότητα και λαμβάνει την ελληνική.

Με αυτή της την ενέργεια λύεται και τυπικά ο γάμος της με τον Μενεγκίνι. Πλέον, ελπίζει ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης θα της ζητήσει να παντρευτούν, κάτι που τελικά δεν συμβαίνει, καθώς τον Ιούλιο του 1968 ο Έλληνας μεγιστάνας παντρεύεται τη χήρα του Αμερικανού Προέδρου Κένεντι, Τζάκι. Αυτή του η πράξη βυθίζει σε κατάθλιψη την κορυφαία υψίφωνο.

«Ο Ωνάσης μια μόνο γυναίκα αγάπησε στη ζωή του, την Αθηνά Λιβανού. Καμιά άλλη. Όλες τις άλλες τις «χρησιμοποίησε», ακόμη και την Μαρία Κάλλας που την είχε κοντά του σχεδόν μια δεκαετία. Τη θαύμαζε όμως, ακόμη κι όταν την παράτησε για  την Τζάκι, που τον εξακόντισε σε φήμη  πάνω κι από τους αστροναύτες… Το 1959, όταν ο  53χρονος κροίσος αποφασίζει να μπλέξει στα δίχτυα του την πριμαντόνα, ορμάει σαν μανιασμένος ταύρος στην αρένα της δημοσιότητας, έχοντας την αβάντα του Τσόρτσιλ που τον φιλοξενεί στη θαλαμηγό του.. Η ιέρεια της όπερας, στα 36 της, βρίσκεται  στο ζενίθ της καριέρας της, έχοντας  «αναστήσει»  δύσκολες  όπερες που καμιά άλλη δεν είχε τολμήσει να τραγουδήσει. Το κοινό, από Σκάλα του Μιλάνου ως Μετροπόλιταν Όπερα Νέας Υόρκης, παραληρεί σε κάθε εμφάνισή της». Αναφέρει ο δημοσιογράφος Δημήτρης Λυμπερόπουλος

Η Κάλλας καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες να ξεπεράσει τα προσωπικά της προβλήματα, επανακάμπτοντας στην καλλιτεχνική δράση. Παίζει στην κινηματογραφική εκδοχή της Μήδειας του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Πιερ-Πάολο Παζολίνι (1969), ηχογραφεί δίσκους, διδάσκει όπερα στη μουσική σχολή Τζούλιαρντ της Νέας Υόρκης και δίνει ρεσιτάλ με ένα παλιό της γνώριμο, τον ιταλό τενόρο Τζουζέπε Ντι Στέφανο, που κι αυτός αντιμετώπιζε φωνητικά προβλήματα. Η τελευταία της εμφάνιση έγινε στην πόλη Σαπόρο της Ιαπωνίας στις 11 Δεκεμβρίου του 1974.

Έκτοτε, η Μαρία Κάλλας κλείστηκε στο διαμέρισμά της στο Παρίσι και τον εαυτό της. Η μεγάλη ντίβα έφυγε από τη ζωή το πρωί της 16ης Σεπτεμβρίου 1977 από καρδιακή προσβολή, σε ηλικία 54 ετών, στο Παρίσι. Η κηδεία της έγινε στις 20 Σεπτεμβρίου . Η τελευταία επιθυμία της μεγάλης σοπράνο ήταν να σκορπιστεί η τέφρα της στο Αιγαίο. Αφού λοιπόν αποτεφρώθηκε το σώμα της όπως επιθυμούσε, την άνοιξη του 1979 η τέφρα της σκορπίστηκε στο Αιγαίο «Αυτό δείχνει την αγάπη της για την γενέτειρα της, η ίδια έλεγε ότι έχει ταξιδέψει παντού αλλά η καρδιά της παραμένει ελληνική».

Η σημαντικότατη καλλιτέχνης ενέπνευσε έναν εικαστικό, τον Νίκο Φλώρο ο οποίος δημιούργησε Γλυπτά  τα Κουστούμια από διάφορες Όπερες της Μαρίας Κάλλας χρσιμοποιώντας  ανακυκλωμένα κουτάκια κοκα-κόλας και άλλων αναψυκτικών σαν πρώτη ύλη.

nikos_floros-glupta_koustoumia_operas_tis_marias_kallas_ekthesi_sti_rodo11

Νίκος Φλώρος-Γλυπτά Κουστούμια Όπερας της Μαρίας Κάλλας

Ακόμη η Λιάνα Σκουρλή εμπνεύστηκε και ίδρυσε τον «Ελληνικό Σύλλογο Μαρία Κάλλας», του οποίου είναι πρόεδρος.  Έχει βάλει στόχο της ζωής της να λειτουργήσει ένα μουσείο αφιερωμένο στην μεγάλη ντίβα. Η απόφαση ελήφθει το 2014. Το Μουσείο «Μαρία Κάλλας»  θα στεγαστεί στο τετραώροφο νεοκλασικό κτήριο, 1.070 τετραγωνικών μέτρων, επί της οδού Μητροπόλεως 44 και οδού Πετράκη, το πρώην ξενοδοχείο «Royal», ιδιοκτησίας του Δήμου Αθηναίων, το οποίο ενδεχομένως  θα ολοκληρωθεί μέσα στο 2016.

newscul_kallas_20140402_20_f6f1b62b-316d-4f7d-aadd-8651e1dfb84e_006_57392543

Ταινίες για την Κάλλας

Το μεγάλο μυστικό

Στο κινηματογραφικό ντοκυμαντέρ «Απόλυτη Κάλλας» του Γάλλου σκηνοθέτη Φιλίπ Κολί, βασισμένο σε ιστορικά αρχεία, αποκαλύπτεται μια μυστική πτυχή της ζωής της μεγάλης «ντίβας».

Συγκεκριμένα αποκαλύπτεται ότι η Μαρία Κάλλας στις 30 Μαρτίου του 1960 γέννησε ένα άρρεν βρέφος πλην όμως νεκρό που φέρεται ως καρπός του έρωτά της με τον Αριστοτέλη Ωνάση. Ο Κολί ισχυρίζεται ότι επαλήθευσε το ατυχές αυτό γεγονός με πιστοποιητικό γέννησης, στο οποίο αναφέρεται με το όνομα Όμηρος, αλλά με επίθετο «μη αναγνώσιμο». Επίσης ισχυρίζεται ότι κατέχει φωτογραφίες από το νεκροταφείο Μπρέσο του Μιλάνου όπου, κατά τους ισχυρισμούς του, θάφτηκε το νεογέννητο υπό «άκρα μυστικότητα».

Το 1960 και το 1961, η Μαρία Κάλλας πρόσφερε τα έσοδά της από τις παραστάσεις της στην Επίδαυρο για την ίδρυση φορέα που θα πρόσφερε υποτροφίες σε νέους καλλιτέχνες. Ο φορέας για τις Υποτροφίες Μαρία Κάλλας ιδρύθηκε και έκανε τον πρώτο διαγωνισμό το 1963

 

ΠΗΓΕΣ: sansimera.gr, liberopoulos.gr, el.wikipedia.org, MEGA TV MEGA

προστέθηκε στις: Τετάρτη 05.04.2017

 
 

:: αρχική :: προφίλ :: επικοινωνία :: εικόνες

© Δημήτρης Λιμπερόπουλος :: ...Webmaster